ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά!

Tweet
Share
Tweet
Share

Του Πάνου Τσαγκαράκη

Το περασμένο Σάββατο, αποφάσισα ότι χρειαζόμουν ένα νέο κουστούμι... Η επιθυμία μου αυτή, ήρθε παρορμητικά σε μια ώρα, που όπως κάθε Σάββατο πρωί - πρωί, βγάζω την σκυλίτσα μου βόλτα, και κατεβαίνω στην πλατεία, που είναι κοντά στο σπίτι μου, για να απολαύσω τον καφέ μου. Έτσι, μετά τον καφέ περπάτησα μέχρι το very exclusive κατάστημα, όπου είχα δει τις προάλλες ένα ανοιχτό γκρι κουστούμι στη βιτρίνα, το οποίο μου άρεσε πολύ.

Αλλά, για να κάνω πιο σαφή την αγοραστική μου εμπειρία, πρέπει να πω, ότι ήμουν ντυμένος με ένα απλό Levi’s jean, ένα λευκό, απλό T- shirt και τα sneakers μου. Επίσης, έτυχε να είμαι αξύριστος. Φτάνοντας στο κατάστημα, έδεσα την σκυλίτσα μου στα σιδερένια προστατευτικά κάγκελα του πεζοδρομίου, με τα οποία "έντυσε" ο κ. Αβραμόπουλος την πόλη μας, σαν δήμαρχος τη δεκαετία '90. Μπήκα λοιπόν μέσα, και πρόσεξα τον κύριο που στεκόταν στο ταμείο, μάλλον ο υπεύθυνος του καταστήματος ήταν, να με περιεργάζεται με έκδηλη απορία, αλλά και μια εικόνα βαρεμάρες στο πρόσωπο του, που μου φάνηκε σαν να έλεγε «ωχ, αυτός ο τύπος μας έλειπε τώρα, να μη ψωνίσει τίποτα και να μας κάνει άνω – κάτω το μαγαζί».

Τον χαιρέτισα με ένα νεύμα και κατευθύνθηκα στον επάνω όροφο, όπου γνώριζα ότι βρίσκονται τα ανδρικά ενδύματα, προσπαθώντας να εντοπίσω το συγκεκριμένο κουστούμι. Κάποια στιγμή, άκουσα τη φωνή του πίσω μου, να με ρωτάει, αν ήθελα κάτι. Γύρισα προς το μέρος του και καλημερίζοντάς τον, ρώτησα αν είχε στο νούμερο μου το κουστούμι της βιτρίνας. Τότε, εκείνος, με μπλαζέ ύφος μου απάντησε: ξέρετε, το κουστούμι αυτό, είναι του τάδε σχεδιαστή και είναι πολύ ακριβό. Ενοχλημένος, του δήλωσα πως δεν ρώτησα για το κόστος του, αλλά αν υπήρχε στο νούμερο μου. Και φυσικά έκανα μεταβολή και έφυγα. 

Στο δρόμο προς το σπίτι, προσπαθούσα να αποφασίσω αν μου άρεσε τόσο πολύ το κουστούμι, ώστε να γυρίσω κάποια άλλη στιγμή ξυρισμένος, και με διαφορετική εμφάνιση, μήπως τύχω διαφορετικής αντιμετώπισης. Τότε μου ήρθε στο μυαλό μια παρόμοια περίπτωση, που αποτέλεσε ηθικό δίδαγμα για μένα, το οποίο από τότε εφαρμόζω στην προσωπική αλλά και στην επαγγελματική μου ζωή. 

Στις αρχές της δεκαετίας του '70, βρέθηκα φοιτητής στη Νέα Υόρκη, όπου κάθε Σάββατο εργαζόμουν part time, στο show room - κατάστημα ενός μεγάλου αμερικανού σχεδιαστή, σαν πωλητής. Το δεύτερο Σάββατο που εργαζόμουν εκεί (το showroom, βρισκόταν στην 55η οδό, μεταξύ Park Avenue και Lexington (Mid Town Manhattan), δηλ. σε μια πολύ ακριβή περιοχή της Νέας Υόρκης), συζητούσα με τον υπεύθυνο του καταστήματος, ο οποίος προσπαθούσε να μου εξηγήσει πως πρέπει να αξιολογώ τους πελάτες και να αξιοποιώ την είσοδό τους στο κατάστημα ώστε να κατορθώνω να παράγω πολλαπλές πωλήσεις. 

Όπως σε κάθε πολυτελές, αποκλειστικό showroom - κατάστημα στην περιοχή, έτσι και σε αυτό, για να μπει ο πελάτης μέσα, έπρεπε να κτυπήσει το κουδούνι της πόρτας. Αν ο υπεύθυνος της ασφάλειας δεν τον γνώριζε, έπρεπε να τον αξιολογήσει από την εμφάνιση του ή να πάρει έγκριση από τον μάνατζερ, αν ήταν κατάλληλος για το κατάστημα ή όχι. Έτσι, κάποια στιγμή που δεν ήμουν απασχολημένος και κοιτούσα έξω, παρατήρησα μια Rolls Roys να περνά και έναν άντρα στο πίσω παράθυρο να κοιτάζει προς το κατάστημα συνεχίζοντας προς την Park Avenue. Μετά από λίγο, είδα τον ίδιο άντρα ντυμένο με ένα απλό jean παντελόνι και πουκάμισο, αχτένιστο και αξύριστο, να στέκεται στην είσοδο και να κτυπάει το κουδούνι.

Μόλις τον αντελήφθη ο υπεύθυνος της ασφάλειας κατευθύνθηκε στον μάνατζερ και τον ρώτησε αν έπρεπε να του ανοίξει. Έσπευσα γρήγορα λέγοντας στον υπεύθυνο να τον αφήσει, ζητώντας παράλληλα να εμπιστευτεί την κρίση μου. Εκείνος έδωσε την άδεια, παραχωρώντας μου και την εξυπηρέτηση του αγνώστου. Πήγα μπροστά και τον υποδέχτηκα, ρωτώντας ευγενικά, σε τι θα μπορούσα να τον εξυπηρετήσω. Εκείνος, κοιτώντας προς το μέρος του μάνατζερ, και αφού ζήτησε το όνομά μου, παρακάλεσε να τον βοηθήσω να επιλέξει ένα κοστούμι και τα απαραίτητα αξεσουάρ.

Με μεγάλη ευχαρίστηση τον συνόδευσα στο σαλόνι, όπου του προσέφερα καφέ, και άρχισα να του δείχνω μια σειρά από κοστούμια συνοδεύοντας τα με τα πουκάμισα, γραβάτες και παπούτσια που πίστευα ότι θα του πηγαίνουν. Όπως έμαθα, εκ των υστέρων, επρόκειτο για τον πρόεδρο της Rolls Roys στην Νέα Υόρκη, που μόλις είχε φτάσει από το Λονδίνο, χωρίς τις αποσκευές του, οι οποίες προφανώς μεταφέρθηκαν κάπου αλλού. Το αποτέλεσμα, ήταν να αγοράσει κοστούμια και αξεσουάρ αξίας 15.000 δολαρίων. Φεύγοντας με ρώτησε, τι ήταν αυτό, που είδα σε αυτόν, για να προστρέξω στον υπεύθυνο ώστε να τον αφήσει να περάσει στο κατάστημα. Του είπα, βέβαια, ότι τον είδα να περνά με την Rolls Roys!

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: Προηγούμενο θέμα Επόμενο θέμα

Προσθήκη σχολίου

Premium Penna Reporter Mamamia CityWoman