ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Εμείς... Φλόγες της ίδιας πυρκαγιάς

Tweet
Share
Tweet
Share

"Χαμογελάμε κατά μέσα.
Αυτό το χαμόγελο, το κρύβουμε τώρα.
Παράνομο χαμόγελο, όπως παράνομος έγινε κι ο ήλιος,
παράνομη και η αλήθεια.
Κρύβουμε το χαμόγελο,
όπως κρύβουμε στην τσέπη μας,
τη φωτογραφία της αγαπημένης μας,
όπως κρύβουμε την ιδέα της λευτεριάς,
ανάμεσα στα δυο φύλλα της καρδιάς μας.

Όλοι εδώ πέρα έχουμε έναν ουρανό και το ίδιο χαμόγελο.

Αύριο μπορεί να μας σκοτώσουν. Αυτό το χαμόγελο,
κι αυτόν τον ουρανό, δεν μπορούν να μας τα πάρουν".

To ποίημα του Γιάννη Ρίτσου είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Οι εποχές άλλαξαν, τίποτα πια δεν είναι δεδομένο ούτε η πρώτη κατοικία σου, ούτε και η αξιοπρέπειά σου. Παλεύεις για το καλύτερο μα ο φόβος μέσα σου επεκτείνεται, φωλιάζει, μεταμορφώνεται. Σαν σήμερα συμπληρώνονται 25 χρόνια από τότε που «έφυγε» από τη ζωή ο μεγάλος στην ψυχή και το έργο, Γιάννης Ρίτσος.

Mε το ποιητικό του έργο παίρνει θέση στον αγώνα που δίνει ο άνθρωπος, ο εργαζόμενος να αποτινάξει τα δεσμά που τον κυριεύουν. Η μεγαλύτερη τιμή για τον ίδιο είναι να τον διαβάζουμε αιώνια, να αφομοιώνουμε τα μηνύματά του κάνοντας τα πράξη. Kι αυτό όχι από κάποιο χρέος, τίποτα τέτοιο δεν θα ‘θελε ο ίδιος. Αλλά αντίθετα από ανάγκη να αυξηθεί η ευαισθησία μας, να βαθύνει η σκέψη μας. Στοιχεία που τονίζουν την αποφασιστικότητα, δυναμώνουν την αντοχή. Το κείμενο δεν έχει σκοπό να καταγράψει την πορεία του δημιουργού μέσα από τα στοιχεία της βιογραφίας του. Αντιθέτως θέλει να υμνήσει το Γιάννη Ρίτσο μέσα από δυο κουβέντες. Λιτές και απέριττες.

RITSOS 1972 B.jpg.thumb 800x561 255e9cd1faf623aacb48373450ef340e

Ο Νίκος Δελφάκης στο arcadiaportal.gr παραθέτει τη δική του προσωπική μαρτυρία για το μεγάλο ποιητή.

Ο ίδιος αναφέρει: «Σαν σήμερα το 1990 έφυγε ο Γιάννης Ρίτσος. ΄Εβρεχε καταρρακτωδώς τη μέρα της κηδείας του στη Μονοβάσια. Πολλά έχουν γραφτεί για τον ίδιο και το έργο του. Κάποιοι απομόνωσαν ένα τμήμα του για να τον εμφανίζουν ως τον "ποιητή της εργατικής τάξης", έτσι έκριναν ότι τους βόλευε, δεν κατανοούσαν τον περιορισμό που έθεταν, ακόμα και σε βάρος τους. Και άλλοι έμειναν σ΄ αυτή την εικόνα και χωρίς να γνωρίζουν το σύνολο του έργου του, πίστεψαν ότι ήταν μόνο αυτό ή κυρίως αυτό. Το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει. Οικουμενικός, πανανθρώπινος, ανατρεπτικός, ονειροπόλος και ρεαλιστής, μαζί, αγωνιούσε για την ευτυχία του ανθρώπου, ονειρευόταν μια κοινωνία αλληλεγγύης και ανθρωπιάς, στην οποία το άτομο θα ανέπτυσσε όλες τις ικανότητές του και δεξιότητές του και τα καλύτερα των συναισθημάτων του και των προσδοκιών του.

Θεωρώ τον εαυτόν μου πολύ - μα πολύ τυχερό, που για πέντε (5) ολόκληρες ώρες τον γνώρισα από κοντά. ΄Ηταν το καλοκαίρι του 1984 (αν πέφτω έξω ένα χρόνο) και ήταν καλεσμένος στην Τρίπολη για εκδηλώσεις του «Αρκαδικού Φεστιβάλ» που οργάνωνε η τότε Νομαρχία Αρκαδίας με τον Δημήτρη Ταλαγάνη και με την αφορμή αυτή πραγματοποίησε εκδήλωση προς τιμήν του και ο Δήμος Τρίπολης. Οι οργανωτές, του είχαν προτείνει να τον μεταφέρουν στην Τρίπολη με πολυτελές όχημα. Τους είχε απαντήσει ότι θα έρθει με δικό του μέσον. ΄Ηθελε να το αναλάβει αυτό το κόμμα του, ήθελε να δείξει ότι έχει συντρόφους του, που το διεκπεραιώνουν και δεν χρειαζόταν κάτι άλλο.  

Φύγαμε πρωί – πρωί από την Τρίπολη εγώ και ο Νίκος, με το Φίατ – Ρίτμο που είχε, ο Νίκος που το διέθετε πάντα για οποιαδήποτε ανάγκη. Εγώ 27 χρόνων, τότε. Φτάσαμε στο σπίτι του στον ΄Αγιο Νικόλαο της Αθήνας. Ξεκινήσαμε για την Τρίπολη. Ο παλιός δρόμος ακόμα, ο οδηγός δεν πήγαινε και πολύ γρήγορα - από σεβασμό, μάλλον. Κάναμε και μια στάση για αρκετή ώρα στου Αρδάμη, πριν τον κωλοσούρτη, οπότε διήρκεσε το ταξίδι 5 ώρες. Ορεξάτος πολύ και καλοδιάθετος, αν και είχε υποβληθεί πριν κάποιο διάστημα σε σοβαρότατη εγχείριση. Δεν κουραζόταν να συζητάμε, και με μεγάλη ευχαρίστηση απαντούσε σε οτιδήποτε. Εγώ είχα βρει μοναδική ευκαιρία. Αισθάνθηκα ότι βρίσκομαι με έναν πραγματικά σοφό άνθρωπο!!!.

Και δεν έπεσα έξω, γιατί ναι μεν τότε σχετικά νεαρός ήμουν και χωρίς πολλές προσλαμβάνουσες, ίσως, αλλά και σήμερα, που στο μεταξύ έχω γνωρίσει αρκετούς ανθρώπους από όλους τους χώρους και της επιστήμης και της τέχνης, εξακολουθώ να τον θεωρώ έναν από τους πιο σοφούς ανθρώπους που γνώρισα. Γνώσεις απεριόριστες, εντυπωσιακές, για οτιδήποτε. Σκέψη άμεση, ευθύβολη και όχι περί διαγραμμάτων. Πραγματικός χείμαρρος συναισθημάτων. (Εγώ απορούσα, πώς αυτός ο άνθρωπος είχε γράψει 2-3 ποιήματα συνθηματολογικά μάλλον, σαν τα παιδιά της ΚΝΕ, αλλά από σεβασμό δεν τον ρώτησα). ΄Ηταν ξεκάθαρο πώς σαν να είχε απελευθερωθεί με τις αλλαγές - ανοίγματα που γίνονταν τότε στη Σοβιετική ΄Ενωση, των οποίων ήταν υπέρμαχος. Είχαν εκδοθεί ήδη και κάποια από τα πεζά του, στη σειρά «εικονοστάσιο ανώνυμων Αγίων» για τα οποία απορούσαν όσοι δεν ήξεραν. Σελίδες συγκλονιστικές, πολιτικές, αλλά και βαθύτατα ερωτικές, προσωπικός σπαραγμός, με μια γλώσσα απολύτως ελεύθερη – κάποιοι είπαν ότι ήταν ίσως χυδαία. Για όλα εκείνα που δεν φάνταζαν τόσο αριστερά, αλλά που είναι αξεχώριστα κομμάτια της προσωπικότητας κάθε ανθρώπου.

giannhs ritsos

Τις καταλάβαινε τις αντιδράσεις που θα δημιουργούσε  και έγραφε ο ίδιος, τι περίπου θα λέγανε οι επικριτές του: «…Τι παράξενα πράματα είναι τούτα. Ξεδιάντροπα, πορνά… φτου πιπέρι στο στόμα του. Θα του ’στριψε του παιδιού. Πρέπει να του τα ψάλουμε. Τον παραχαϊδέψαμε βλέπεις κι εμείς… Αμέ τα παλιά του; Α, εκείνα μάλιστα. Ας μη τον πικράνουμε, λέω δικός μας είναι. Θα συνέλθει…». Απαντά όμως πάλι ο ίδιος: «Θα νιώσουν μια μέρα τα συντρόφια μου, τα σημερινά (και πιότερο τ’ αυριανά) πως με τούτα ακριβώς τα «παράξενα πράματα» τους έχω δώσει ό,τι περισσότερο και καλύτερο κι ελεύθερο, ό,τι πιο ξάστερο έχω και έχουν και έχουμε και θα έχουν, από άσπρο, από κόκκινο, από βαθύ και μυστικό και γαλάζιο, από φτερό και αιωνιότητα. Αλλά μπορεί και να με κόψει κι η μονόφθαλμη, άγρυπνη λογοκρισία…». Αλλά επιμένει, ωστόσο, να τους πείσει ότι έχει δικαίωμα και πρέπει να τα εκφράσει:   « … Άστε με το λοιπόν να μιλήσω όπως μου ’ρχεται για πράματα που δεν τα γράφει ποτέ καμιά Ιστορία, πράματα σιωπηλά, βαθιά, αμελημένα, αθώα, περιπαιχτικά, σημαδιακά, ερωτικά, παιδιάστικα, πονηρούτσικα, παμπόνηρα, βουλιαγμένα σαν Ατλαντίδες……».

Αλλά, ας επανέλθω στην προσωπική μαρτυρία. Αναφέρω δύο από τα πολλά που μου έμειναν: 1) Να αγαπάμε τους ανθρώπους, να εκτιμάμε και τον πιο  απλό, όχι από μια επιτηδευμένη – δημοσιοσχετίστικη συμπεριφορά, αλλά και για δική μας ικανοποίηση, ο ίδιος είχε ανάγκη να τους αγαπάει και να τους εκτιμάει. Πρόσθεσε όμως ότι χρειάζεται για να το πετύχεις αυτό και μια σχετική απομόνωση - απόσταση, έτσι έκανε ο ίδιος, όχι η καθημερινή τριβή (και σκεπτόμουν το καβαφικό ".. τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς"). 2) Πρέπει να είναι κανείς συνεπής με αυτό που αναλαμβάνει. Είναι άξιος κάθε εκτίμησης, όποιος, ακόμα και το πιο απλό επάγγελμα να κάνει, αποδίδει ικανοποιητικό έργο και αποτέλεσμα, δείχνει συνέπεια, τιμά αυτό που κάνει. Αυτό είναι το κύριο, είπε και έφερνε παραδείγματα ενός τσαγκάρη, ενός ράφτη, ενός αγρότη, που αγαπούν αυτό που κάνουν, που έχουν μεράκι και συνέπεια, απαραίτητα για επιτυχή αποτελέσματα.»

 
 
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: Προηγούμενο θέμα Επόμενο θέμα

Προσθήκη σχολίου

Premium Penna Reporter Mamamia CityWoman