ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Η συναισθηματική ανακατάληψη της μνήμης

Tweet
Share
Tweet
Share

Σηκωνότανε τότε μια αντάρα απο το βουνό εκείνους τους χειμώνες που έπαιρνε την πλαγιά και κατηφόριζε σιγά- σιγά προς τα σπίτια. Τα κύκλωνε χωρίς αντίσταση η πυκνή ομίχλη τα πράγματα και σώπαιναν φρόνιμα σαν έτοιμοι οι άνθρωποι και τα ζώα.

Απο τη μεριά της Γκολίνας οι λύκοι ουρλιάζανε, μεταδίδοντας στους ζωντανούς ένα αίσθημα θαλπωρής. Κουρνιάζαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. 

"Αλοί απο αυτούς που είναι στο δρόμο..." έλεγε με δέος η γιαγιά μου η Φωτεινή και σταυροκοπιόταν. Απο αυτήν έμαθα για τα ξωτικά και τα τελώνια που σκλάβωναν με σίδερα την ψυχή όσων γύριζαν αφρόντιστοι στις ερημιές και τα ρουμάνια, στοιχειά ανήμερα που συνάντησα αργότερα στη δουλειά μου για να με τυραννούνε μέρα μεσημέρι.

Κι εκείνη μ΄ έμαθε προς το τέλος της, την τέχνη να ξεματιάζω, καθώς αυτό περνά απο γυναίκα σε άνδρα κι αντίστροφα. "Ιησούς Χριστός νικά κι όλα τα κακά σκορπά...", προσευχόταν για να διώξει το κακό η Αρβανίτισσα κι έκοβε ακαριαία τις κουβέντες, όπως χουχουλιάζαμε φλυαρώντας με την ξαδέρφη μου κάτω απο τα μάλλινα σκεπάσματα.

Ήταν οι εποχές που οι πατεράδες μας, λείπαν στα ξένα κι η ψυχή μας ήταν μπεράτι.
"Ξένος εγώ, ξένος κι εσύ, ποιός ξέρει γιέ μου αν θα βρεθούμε...". Ε, δεν βρεθήκαμε ποτέ μωρέ πατέρα.

Έρχονται κάτι Σάββατα που πίνω από το πρωί στην Αθήνα.
Σαν για ν΄ ακούω μέσα μου τους λύκους.

Σαν για να χαθώ βαθειά μέσα σε κείνην την παληά και απειλητική ομίχλη.

Γ.Χ 

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: Προηγούμενο θέμα Επόμενο θέμα

Προσθήκη σχολίου

Premium Penna Reporter Mamamia CityWoman