ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Από τη ρετσίνα, στη σαμπάνια

Tweet
Share
Tweet
Share

του Πάνου Τσαγκαράκη

Η έλλειψη καταναλωτικής επίγνωσης οδηγεί σε καταναλωτικές συνήθειες που ευθύνονται για την έλλειψη πίστης και υποστήριξης των προϊόντων μιας χώρας και ιδιαίτερα της δικής μας. Κάποτε όλα αυτά τα αποδίδαμε στην ξενομανία και το νεοπλουτισμό των Ελλήνων. Δεν είναι, όμως, η ξενομανία και ο νεοπλουτισμός υπεύθυνα για την απαξίωση των ελληνικών προϊόντων, με αποτέλεσμα τον αφανισμό των αμιγώς ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων καταναλωτικών προϊόντων, αλλά η άγνοια.

Και για να γίνω πιο σαφής, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, πρώτα καταξιώθηκαν στις χώρες τους και μετά κατέκτησαν τις άλλες αγορές. Για παράδειγμα, στην Αμερική η πλειονότητα των νοικοκυριών χρησιμοποιεί εγχώριες οικιακές συσκευές, όπως ψυγεία, κουζίνες, πλυντήρια και φούρνους General Electric και οδηγούν αμερικανικά αυτοκίνητα, όπως Ford, Chrysler κλπ. Και αυτό διότι πιστεύουν ότι κάθε δολάριο που κερδίζουν πρέπει να ξοδεύεται, πρωτίστως, για την αγορά αμερικανικών προϊόντων, ώστε να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας των συμπατριωτών τους στα εργοστάσια κατασκευής των προϊόντων τους, αλλά και να ενισχυθεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους. Το ίδιο και οι Γερμανοί. Είναι πολύ σπάνιο, να δείτε στη Γερμανία κάποιον να οδηγεί αμερικανικό αυτοκίνητο, να πίνει ολλανδική μπύρα και να έχει στη κουζίνα του συσκευές της General Electric. Οι Ιταλοί, δεν αγοράζουν ζυμαρικά από την Κίνα, ούτε πίνουν ελληνικό ή αμερικανικό καφέ και γαλλικά κρασιά, δεν τρώνε γαλλικά τυριά και γερμανικά αλλαντικά, αλλά τα αλλαντικά και τυριά που παράγουν εκείνοι, όπως το προσούτο και η παρμεζάνα, κ.ο.κ.. 

Τι μας λέει αυτό, πρωτίστως ότι έχουν συνειδητοποιήσει πως οι καταναλωτικές τους συνήθειες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους. Δεύτερον, ότι τα προϊόντα τα οποία δεν παράγουν, είναι συμπληρωματικά στο σύγχρονο τρόπο ζωής τους, και τα καταναλώνουν κάτω από συγκεκριμένες περιπτώσεις και συνθήκες. 

Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν άλλες αγορές, το πρώτο που υπολογίζουν, όσον αφορά την επένδυσή τους, είναι το οικονομικό επιχείρημα στο οποίο θα την στηρίξουν (economic justification).  Οι έρευνες, τόσο για τις συνθήκες ανάπτυξής τους στην αγορά μας, όσο και για τις καταναλωτικές συμπεριφορές των Ελλήνων, δικαιολογούσαν πλήρως την απόφασή τους να ασχοληθούν με την ελληνική αγορά.  Έτσι, άρχισαν να συνεργάζονται με τις μεγάλες ελληνικές βιομηχανίες καταναλωτικών προϊόντων, με απώτερο στόχο τη μετέπειτα εξαγορά των ισχυρών δικτύων διανομής τους. Ας θυμηθούμε πώς κάποτε είχαμε βιομηχανίες που κατασκεύαζαν λευκές οικιακές συσκευές, όπως η ΙΖΟΛΑ και η ΠΙΤΣΟΣ. Είχαμε ζυθοποιίες όπως η ΦΙΞ και βιομηχανίες αναψυκτικών όπως η ΗΒΗ, είχαμε βιομηχανίες απορρυπαντικών και ελαιολάδου όπως η ROLCO και η Ελαΐς, οι οποίες ενώ επένδυσαν τεράστια ποσά στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη των προϊόντων τους στην ελληνική αγορά, καθώς και σε ολοκληρωμένες στρατηγικές επικοινωνίας των προϊόντων τους, πούλησαν τα brands και τα δίκτυα διανομής τους στις πολυεθνικές και άφησαν πρόσφορο το έδαφος για την αθρόα εισαγωγή των ξένων brands. Στη χώρα μας δεν έχουμε βαριά βιομηχανία που να παράγει π,χ. αυτοκίνητα κλπ, παράγουμε, όμως, εξαιρετικά αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, καθώς επίσης, υπέροχα κρασιά και τοπικά οινοπνευματώδη.  

Αν οι Έλληνες καταναλωτές είχαν την κατάλληλη ευαισθησία και επίγνωση για τις καταναλωτικές τους επιλογές, σήμερα, δεν θα βλέπαμε παραγωγούς πορτοκαλιών και ροδακινιών αλλά και κτηνοτρόφους, διαμαρτυρόμενοι να κλείνουν τους δρόμους. Και αυτό βέβαια δεν μπορούμε να το αποδώσουμε μόνο στους καταναλωτές, αλλά κυρίως στις κυβερνήσεις και στις ίδιες τις βιομηχανικές μονάδες, που διαχρονικά δεν είχαν ένα συμπαγές σύστημα αξιοποίησης και αξιολόγησης καθώς και τιμολογιακής πολιτικής του πρωτογενούς παραγωγικού τομέα, ώστε να καταστεί βιώσιμος. 

Αλλά και η ευθύνη των καταναλωτών είναι μεγάλη, διότι παρότι υπάρχει ένα 25% των ελλήνων που ζουν στο όριο της φτώχιας (το οποίο αυξάνεται ανησυχητικά τα τελευταία χρόνια),υπάρχει, όμως και ένα μεγάλο ποσοστό καταναλωτών, που παρόλη την κρίση δεν έχουν ιδέα για τις επιπτώσεις των επιλογών τους στην ελληνική οικονομία. Δεν καταλαβαίνω πως από το τσίπουρο, τη ρετσίνα, τη φέτα, το ελληνικό κρασί, τις ντομάτες, τις πατάτες τα μακαρόνια, κατέληξαν να επιλέγουν γαλλικά κρασιά και σαμπάνιες, λευκή συσκευασμένη φέτα από την Ολλανδία, μακαρόνια από την Ιταλία, και οικιακές συσκευές από τη Γερμανία. 

Αυτό, στη δική μου συνείδηση χαρακτηρίζεται ως παντελής έλλειψη καταναλωτικής παιδείας, αλλά και επίγνωσης των συνεπειών των καταναλωτικών επιλογών στην ελληνική οικονομία και στη βιωσιμότητα των ελληνικών προϊόντων και επιχειρήσεων. Εκτός αν ρίξουμε, για άλλη μια φορά, την ευθύνη στην παγκοσμιοποίηση!

 

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: Προηγούμενο θέμα Επόμενο θέμα

Προσθήκη σχολίου

Premium Penna Reporter Mamamia CityWoman