ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

“Δεν υπάρχει αληθινή ευτυχία, παρά εκείνη που κανένας δεν τη γνωρίζει.”

Tweet
Share
Tweet
Share

Ο Αλέξανδρος Δουμάς (Alexandre Dumas) ο πρεσβύτερος (24 Ιουλίου 1802 - 5 Δεκεμβρίου 1870) ήταν Γάλλος συγγραφέας, γνωστός κυρίως από τα ιστορικά του μυθιστορήματα τα οποία τον κατέστησαν έναν από τους πιο πολυδιαβασμένους Γάλλους συγγραφείς στον κόσμο. Πολλά από τα μυθιστορήματά του, όπως Ο Κόμης Μοντεχρήστος, Οι Τρεις ΣωματοφύλακεςΜετά Είκοσι Έτη κ.α., αρχικά είχαν δημοσιευθεί σε σειρές. Έγραψε επίσης θεατρικά έργα και άρθρα σε περιοδικά.

Ο Αλέξανδρος Δουμάς γεννήθηκε το 1802 στο χωριό Βιγιέρ-Κοτρέ (Villers-Cotterêts) της Γαλλίας και ήταν εγγονός ενός Γάλλου ευγενούς, που έζησε για πολλά χρόνια στις Δυτικές Ινδίες. Πατέρας του ήταν ο Θωμάς Αλέξανδρος Δουμάς μικτής αφρικανικής καταγωγής. Ο πατέρας του Αλέξανδρου Δουμά, Θωμάς- Αλέξανδρος ήταν γιος του Alexandre-Antoine Davy de la Pailleterie, Γάλλου ευγενή και ανώτατου αξιωματικού στο πυροβολικό της γαλλικής αποικίας του Άγιου Δομίνικου (σήμερα Αϊτή) και της Marie-Cessette Dumas μίας σκλάβας Αφρο-Καραϊβικής καταγωγής. Δεν ήταν γνωστό αν η Marie-Cessette είχε γεννηθεί στην Αφρική ή στον Άγιο Δομίνικο (αν και το γαλλικό της επίθετο υποδηλώνει πώς ήταν Κρεολή), ούτε είναι γνωστό από πια αφρικανική χώρα ήταν οι πρόγονοί της. Ο Θωμάς -Αλέξανδρος γύρισε στη Γαλλία με τον πατέρα του και εκπαιδεύτηκε σε στρατιωτική σχολή και έπειτα μπήκε στο στρατό. Παντρεύτηκε την Μαρί Λαμπουρέ, την κόρη ενός ταβερνιάρη, και μετά από έναν καβγά με τον πατέρα του άλλαξε το επίθετο του και πήρε αυτό της μητέρας του (Δουμάς). Ο Θωμάς-Αλέξανδρος έφτασε το βαθμό του στρατηγού μέχρι την ηλικία των 31, ο πρώτος από τις Γαλλικές Αντίλλες που έφτασε αυτό το βαθμό. Πολέμησε με διάκριση στους Γαλλικούς Επαναστατικούς Πολέμους. Αν και στρατηγός του Βοναπάρτη στην ιταλική και αιγυπτιακή εκστρατεία έπεσε σε δυσμένεια μέχρι το 1800 και ζήτησε άδεια να γυρίσει πίσω στη Γαλλία. Στην επιστροφή του το καράβι έπρεπε να δέσει στη Σικελία, όπου αυτός και οι σύντροφοι του έγιναν αιχμάλωτοι πολέμου για δυο χρόνια. Σε αυτό το διάστημα η υγεία του διαλύθηκε. Μέχρι τη γέννηση του Αλέξανδρου ο πατέρας του είχε φτωχύνει. Ο Θωμάς-Αλέξανδρος πέθανε το 1806, αφήνοντας την οικογένεια χωρίς πόρους. Ο Αλέξανδρος είχε και μια μεγαλύτερη αδερφή τη Μαρί-Αλεξαντρίν (γεννηθείσα πριν το 1789). Όμως η φτώχεια είχε πολύ μικρή επίδραση στο νεαρό Δουμά. Η μητέρα του εμπιστεύθηκε τη μόρφωσή του στον παπά του χωριού, ο οποίος ανέλαβε να του μάθει τα στοιχειώδη γράμματα. Η μεγάλη ζωτικότητα του Αλέξανδρου και η κλίση του στα παιχνίδια, τον έκαναν κάπως αδιάφορο στα μαθήματα και φαινόταν πως δεν είχε καμία κλίση για τα γράμματα και ακόμα λιγότερη για τα μαθηματικά. Ποτέ δεν προχωρούσε πέρα από τον πίνακα του πολλαπλασιασμού. Του άρεσε να παίζει μέσα στα δάση, να μιμείται τα πουλιά, να κυνηγά και να ψαρεύει. Το μόνο που τον έκανε να ξεχωρίζει στο σχολείο ήταν ο γραφικός του χαρακτήρας. Έτσι, αν και δεν πήρε καλή μόρφωση, σε ηλικία 12 ετών προσλήφθηκε ως γραφέας σε ένα συμβολαιογραφείο, όπου αντέγραφε με το χέρι ολόκληρους ογκώδεις τόμους και μακροσκελή έγγραφα.

Το 1822 πήγε στο Παρίσι, όπου ο γραφικός του χαρακτήρας και το γεγονός ότι ο πατέρας του ήταν λίγο-πολύ γνωστός, του έδωσε μία θέση αντιγραφέα στο γραφείο του Δούκα της Ορλεάνης και μέλλοντα βασιλιά Λουδοβίκου Φίλιππου. Οι απολαβές του ήταν 1.200 φράγκα του χρόνο. Αν και τα χρήματα αυτά μόλις του έφταναν για να ζήσει, ο Δουμάς μπήκε στο πνεύμα της εύθυμης παρισινής ζωής. Βρίσκοντας πως τα έσοδά του ήτανε πάρα πολύ λίγα και δεν του φτάνανε για μια πολυδάπανη ζωή, ο Αλέξανδρος Δουμάς αποφάσισε να γράψει για το θέατρο, βρίσκοντας πως ο τρόπος αυτός ήτανε σίγουρος για να κερδίσει περιουσία. Το καινούργιο στυλ με το οποίο έγραφε άρεσε στο κοινό και το 1825 κέρδισε τα πρώτα του χρήματα ως συγγραφέας. Παράλληλα, άρχισε να κινείται στους φιλολογικούς κύκλους. Γνωρίστηκε με τον Βίκτορα Ουγκώ, τους ποιητές Αλφόνς Λαμαρτίν και Αλφρέντ ντε Βινί, καθώς και άλλους νέους συγγραφείς. Ο Δουμάς υπήρξε ένας από τους πρώτους ρομαντικούς.

Το έργο που έκανε γνωστό το όνομα του Αλέξανδρου Δουμά ήταν το δράμα «Ο Ερρίκος Γ' και η Αυλή του» (1829), που ήταν το πρώτο επιτυχημένο έργο της νέας ρομαντικής εποχής. Ύστερα από αυτό, ο Αλέξανδρος Δουμάς ανέβασε και άλλα θεατρικά έργα, από τα οποία πολλά παίζονται ακόμη και σήμερα. Αν και τα θεατρικά έργα του Δουμά τού έφερναν σημαντικά έσοδα, τα μεγάλα έξοδα που έκανε τον ανάγκαζαν να βρίσκεται σχεδόν πάντα βουτηγμένος στα χρέη. Ο Δουμάς ζούσε σαν βασιλιάς. Ταξίδεψε στην Ελβετία, την Ιταλία και τη Γερμανία. Στο σπίτι του το τραπέζι ήταν πάντα στρωμένο. Το γεύμα κρατούσε πέντε ώρες επειδή έφταναν αδιάκοπα καινούργιοι συνδαιτυμόνες. Ο Δουμάς δεν ήταν ποτέ τυπικός. Δεχότανε πλούσιους και φτωχούς, συμπατριώτες του και ξένους, με την ίδια εγκαρδιότητα.

Εντούτοις, στον καλλιτεχνικό χώρο ο Δουμάς χτυπήθηκε σκληρά. Οι κριτικοί και οι συντηρητικές εφημερίδες αποκαλούσαν το έργο του «τερατούργημα». Οι κλασικοί συγγραφείς τον κατηγόρησαν για λογοκλοπή και η Γαλλική Ακαδημία κατήγγειλε την επίδραση που θα είχε το έργο του πάνω στο θέατρο. Ο Δουμάς είχε το φυσικό δώρο να παίρνει ασήμαντα έργα άσημων συγγραφέων και να τα μετατρέπει σε λαμπρά θεατρικά έργα. Γι' αυτό και κατηγορήθηκε ως λογοκλόπος[1].

Το 1830 ο Δουμάς πήρε ενεργά μέρος στην Επανάσταση του Ιουλίου που ανέβασε στο θρόνο της Γαλλίας τον Δούκα της Ορλεάνης. Όσο κρατούσαν οι πολιτικές διαμάχες που προκάλεσε η άνοδος του Λουδοβίκου Φιλίππου, ο Δουμάς συμμετείχε ενεργά στον αγώνα. Καθώς το Παρίσι είχε ανάγκη από πυρομαχικά, προσφέρθηκε να πάει στο Σουασόν και να φέρει. Επρόκειτο για εξαιρετικά εμπιστευτική αποστολή, την οποία έβγαλε εις πέρας.

Εν τω μεταξύ, ο Ρομαντισμός άρχισε να παρακμάζει. Το κοινό είχε πια βαρεθεί τις υπερβολές, την έλλειψη τάξεως και τη βία, και έβρισκε πλέον καινούργια θέλγητρα στο νόμο και την τάξη. Έτσι, καθώς τα θεατρικά έργα άρχισαν να χάνουν την αγάπη του κοινού, ο Δουμάς στράφηκε προς το μυθιστόρημα. Μία μέρα τον επισκέφτηκε ένας καθηγητής φιλολογίας, ο Αύγουστος Μακέ. Αυτός ο Μακέ ήταν αξιόλογος άνθρωπος. Γνώριζε την ιστορία και είχε ιδέες. Ο Αλέξανδρος, που έως τότε είχε γράψει μόνο μερικές νουβέλες, ήθελε να βρίσκει ανθρώπους που να του προμηθεύουν θέματα για ανάπτυξη[2]. Έτσι, ο Μακέ προσκόμιζε το υλικό σε ακατέργαστη μορφή και ο Αλέξανδρος Δουμάς το ανασκεύαζε, του έδινε μορφή, τόνο και ρυθμό. Δημιουργήθηκε έτσι μία εξαιρετική συνεργασία, αν και το όνομα του Μακέ δεν εμφανίστηκε ποτέ σε κάποιο έργο.

Τα ιστορικά στοιχεία του Μακέ έγιναν τα μεγάλα μυθιστορήματα που έκαναν αθάνατο το όνομα του Δουμά. Με τους "Τρεις Σωματοφύλακες" (1844), που σημείωσαν γενική επιτυχία, η δημοτικότητα του Δουμά έγινε τεράστια. Και τότε καταπιάστηκε και με άλλα μυθιστορήματα: "Μετά Είκοσι Έτη" (1845), "Βασίλισσα Μαργκό" (1845), "Οι Κορσικανοί Αδελφοί" (1845), "Ο Ιππότης του Κόκκινου Σπιτιού" (1845-1846), "Ο Υποκόμης της Βραζελόνης" (που περιλαμβάνει το διάσημο "Σιδηρούν Προσωπείον") (1848), "Η μαύρη τουλίπα" (1850), κ.α.

Σ' ένα ταξίδι που έκανε ο Δουμάς στη Μεσόγειο, πέρασε κοντά από το νησί Μοντεκρίστο. Το όνομα τού έκανε εντύπωση και έγραψε τότε τον "Κόμη Μοντεχρήστο" (1845-1846).

Η επιτυχία του Δουμά εκνεύρισε τους κριτικούς. Αλλά ο Δουμάς τα έβρισκε όλα αυτά φυσικά. Δεν έδειχνε ούτε θυμό ούτε μίσος. Παραδέχτηκε ελεύθερα και δημόσια πως ο Μακέ ήταν συνεργάτης του και ανέφερε τα έργα που έγραψαν μαζί. Όμως οι φιλολογικές του επιτυχίες, που του έφεραν και μεγάλα κέρδη, παρέσυραν τον Δουμά σε μία σπάταλη και εξωφρενική ζωή, που του δημιούργησε πολλές δυσκολίες και ενοχλήσεις. Με τα χρήματα που του απέφεραν τα μυθιστορήματά του, ο Δουμάς έκτισε μέγαρο στο Σεν Ζερμέν που του κόστισε 250.000 φράγκα και το γέμισε με θησαυρούς τέχνης. Τη βίλα του την ονόμασε "Μόντε-Χρήστο" και εκεί ζούσε περιστοιχισμένος από παράσιτους, κόλακες και πιστωτές. Επιπλέον, έκτισε δικό του θέατρο που κόστισε 1.500.000 φράγκα. Τα έξοδά του ήταν πάρα πολλά και μονάχα με την επιτυχία των θεατρικών του έργων μπορούσε να τα βγάλει πέρα.

Η πτώση του Λουδοβίκου Φιλίππου και η άνοδος του Ναπολέοντα Γ' έφερε νέα θεατρικά γούστα και ο Δουμάς έπεσε και πάλι στη φτώχεια. Μην μπορώντας να οικονομήσει χρήματα, απογυμνωμένος οικονομικά, είδε να του παίρνουν οι πιστωτές του το μέγαρο και το θέατρό του. Οι δικαστικοί κλητήρες τον αναζητούσαν. Και για να ξεφύγει από αυτούς, πήγε στις Βρυξέλλες (1851).

Ύστερα από λίγα χρόνια ξαναγύρισε στο Παρίσι. Για να αποκατασταθεί ίδρυσε μία εφημερίδα, που ήταν μάλλον οικογενειακό περιοδικό, που την ονόμασε "Ο σωματοφύλακας". Η εφημερίδα άρχισε καλά, δεν άργησε όμως να χρεοκοπήσει εξαιτίας του υψηλού μισθολογίου και του μεγάλου προσωπικού. Και πάλι ο Δουμάς άρχισε τις περιπλανήσεις του στη Ρωσία και την Ιταλία[3].

Στη Νάπολη συνεργάστηκε με τον Τζιουζέπε Γκαριμπάλντι, ως έμπιστος σύμβουλός του. Έπειτα όμως από την επιτυχία της επαναστάσεως, το πλήθος έδιωξε τον Δουμά από την Ιταλία. Πληγωμένος κατάκαρδα από την αχαριστία, ο Δουμάς επέστρεψε στο Παρίσι. Τον Σεπτέμβριο του 1870, μετά από ένα ατύχημα που τον άφησε σχεδόν παράλυτο, ο Αλέξανδρος Δουμάς εγκαταστάθηκε στο σπίτι του γιου του, Αλέξανδρου Δουμά του νεώτερου, στο Πουί όπου και απεβίωσε στις 5 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Το 2002 ο τάφος του μεταφέρθηκε στο Πάνθεον του Παρισιού, το μαυσωλείο όπου είναι θαμμένες λαμπρές προσωπικότητες της Γαλλίας.

πηγή: wikipedia

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: Προηγούμενο θέμα Επόμενο θέμα

Προσθήκη σχολίου

Premium Penna Reporter Mamamia CityWoman